26/04/2024
SPECIAL | Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016 - 09:25

Οι ηγέτες των «πάντσερ»

Αυτοί είναι όλοι οι αρχηγοί της Εθνικής Γερμανίας * Το a-sports.gr σας τους παρουσιάζει με αφορμή την αυλαία της παρουσίας του Μπάστιαν Σβαϊνστάιγκερ

Κάποτε οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές περνούσαν χρόνια ολόκληρα στις ομάδες τους. Όταν κάποιος αναφερόταν σε έναν μεγάλο σύλλογο, θυμόταν αμέσως τον αρχηγό του. Συνήθως ήταν και εμβληματικός τόσο ως ποδοσφαιριστής όσο και ως προσωπικότητα.

Στη σύγχρονη εποχή του «βασιλιά των σπορ» η προηγούμενη αναλογία έχει περιοριστεί στο ελάχιστο. Θυμόμαστε τον Μαλντίνι και τη Μίλαν, τον Πουγιόλ και τη Μπαρτσελόνα, τον Λαμ και τη Μπάγερν, τον Ρούνεϊ και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, τον Τέρι και την Τσέλσι, τον Τότι και το Ντε Ρόσι στη Ρόμα και κάποιους ακόμα, όποιους έχει ο καθένας στο μυαλό του. Πλέον τα περιβραχιόνια και οι κάτοχοί τους μένουν σταθερά σχεδόν μόνο στις Εθνικές ομάδες. Συμβόλαιο και επαγγελματική στέγη αλλάζουν όλοι εύκολα ή δύσκολα, τόπο γέννησης όμως, κανένας. Και πολλοί είναι αυτοί που έχουν καταφέρουν να δεθούν πολύ με το αντιπροσωπευτικό τους συγκρότημα. Δεκάδες τα παραδείγματα.

Και όποιος παρακολούθησε το σαββατιάτικο (8/10) αγώνα της Εθνικής Γερμανίας με την Τσεχία ίσως να αντιλήφθηκε μια απουσία. Αυτή του Μπάστιαν Σβαϊνστάιγκερ. Ως γνωστόν ο πρώην μέσος της Μπάγερν έχει αποχωρήσει από τα «πάντσερ» από τις αρχές του Σεπτέμβρη και χρέη φυσικού ηγέτη της ομάδας αναλαμβάνει ο Μανουέλ Νόιερ. Βλέποντας τον τερματοφύλακα των νταμπλούχων με το περιβραχιόνιο, θυμηθήκαμε δεκάδες άλλους μεγάλους άσους αυτής της Εθνικής και βρήκαμε αφορμή για να κάνουμε μια αναδρομή σε όλους τους αρχηγούς της. Οι προσωπικότητες που παρελαύνουν είχαν επίδραση όχι μόνο στη χώρα τους, αλλά στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, μάλιστα διαχρονικά. Οι περισσότερες τουλάχιστον. Τις αναφέρουμε όλες με τη σειρά της διαδοχής και με μια περιληπτική αναδρομή στην πορεία τους, με έμφαση στους αρχαιότερους, γιατί πολύ απλά για κάποιους δεν είχαμε ακούσει τίποτα.

Φριτς Ζέπαν (1934-1939)

Ο λόγος για τον πρώτο αρχηγό της Εθνικής Γερμανίας. Ήταν διεθνής από το 1929 έως το 1939. Στο διάστημα αυτό αγωνίστηκε σε 34 παιχνίδια, έβαλε και 8 γκολ. Πρόκειται για τον ποδοσφαιριστή – «Θρύλο» της Σάλκε. Φόρεσε τη φανέλα της από το 1925 έως το 1950 (!) και σκόραρε 234 φορές σε 342 ματς, πανηγυρίζοντας μαζί της 6 πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο. Έπαιζε στο κέντρο και σε όλες τις θέσεις της επίθεσης. Ήταν αργός σε ταχύτητα, αλλά η οξύνοιά του θεωρείται παροιμιώδης, το ίδιο και η τεχνική του για την εποχή. Μαζί με τον Ερνστ Κουζόρα συνέθεσαν ιστορικής εμβέλειας δίδυμο στο σύλλογο του Γκελζενκίρχεν και ο ένας παντρεύτηκε την αδερφή του άλλου. Γεννήθηκε στην εν λόγω πόλη το 1907 και έφυγε το 1974 στον ίδιο τόπο. Χαρακτηρίζεται ως ο προπολεμικός Μπεκενμπάουερ. Με την Εθνική του ήταν τρίτος στο Μουντιάλ του 1934.

Πολ Γιάνες (1939-1942)

Δεν είχε παρομοίως επιτυχημένη καριέρα με τον προκάτοχό του, με τον οποίο συνυπήρξε στα «πάντσερ». Συνέδεσε το όνομά του με τη Φορτούνα Ντίσελντορφ (ένα πρωτάθλημα στα 30s). Κατάφερε όμως αρκετά με την Εθνική του. Ήταν ο πρώτος φουλ μπακ του γερμανικού ποδοσφαίρου και ανά περιόδους, αγωνίστηκε και ως λίμπερο. Συμμετείχε σε δύο Μουντιάλ (1934-1938). Έφτασε τις 71 παρουσίες στο αντιπροσωπευτικό του συγκρότημα (με 7 γκολ) από το 1932 μέχρι το 1942. Ήταν ρέκορντμαν συμμετοχών έως τα μέσα της δεκαετίας του 70’. Του πιστώνεται και ο τίτλος του πρώτου Γερμανού που τελειοποίησε το λεγόμενο «bicycle kick» (πώς ήταν το γκολ του Μήτρογλου με το Γιβραλτάρ; Κάτι τέτοιο). Ήταν επίσης από τους αμυντικούς που σημάδευαν συμπαίκτη και δεν σκόπευαν να διώξουν τη μπάλα μακριά από την άμυνα. Διακρινόταν και το πανίσχυρο σουτ. Τα περισσότερα γκολ της καριέρας του τα πέτυχε με φάουλ από 30 μέτρα και ακόμα μεγαλύτερη απόσταση. Στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο κλήθηκε στο ναζιστικό ναυτικό. Συγχρόνως είχε τη δυνατότητα να παίζει μπάλα. Μην ξεχνάμε ότι στη Γερμανία δεν διακόπηκαν τα πρωταθλήματα μέσα στον πόλεμο. Γεννήθηκε το 1912 και πέθανε το 1987.

Φριτς Βάλτερ (1951-1956)

fritzwalterΟ πρώτος πραγματικά εμβληματικός αρχηγός της Εθνικής Γερμανίας. Επίσης ήταν ο πρώτος επίσημος αρχηγός της ομάδας (στους προηγούμενους ο τίτλος ήταν ως ένα βαθμό άτυπος). Γεννήθηκε στο Καϊζερσλάουτερν το 1920 (πέθανε το 2002). Εκεί μεγαλούργησε ποδοσφαιρικά. Αγωνίστηκε μια ζωή στον ομώνυμο της πόλης σύλλογο. Από τα 8 του χρόνια μέχρι τα 39! Ως μέλος της πρώτης ομάδας έβαλε 357 γκολ σε 364 συμμετοχές! Πήρε μαζί της και δύο πρωταθλήματα. Το γήπεδο της «Λάουτερν» φέρει όνομά του. Αλλά ας πάμε στην Εθνική του. Είχε μαζί της 61 παρουσίες και 33 γκολ. Το 1954 και με αυτόν αρχηγό κατέκτησε το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο στην ιστορία της. Ο Φριτς Βάλτερ είχε συμμετοχή και σε αυτό του 1958, όμως τραυματίστηκε σοβαρά στον ημιτελικό με τη Σουηδία και πήρε τέλος η διεθνής του πορεία.

Ο πρώτος πολύ μεγάλος αρχηγός των «πάντσερ» έχει και φοβερή προσωπική ιστορία. Το 1942 και ενώ ήταν σε έξαρση ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, συνελήφθη στα «σύνορα» Ρουμανίας – Ουγγαρίας και φυλακίστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στο διάστημα αυτό έπαιζε ποδόσφαιρο με τις ουγγρικές και σοβιετικές φρουρές! Όταν οι Σοβιετικοί αποφάσισαν να μεταφέρουν τους Γερμανούς αιχμαλώτους στα γκούλαγκ στα βάθη της αχανούς αυτοκρατορίας, ο Βάλτερ γνώρισε ότι η ζωή του θα πλησίαζε στο τέλος. Τον έσωσε ένας Ούγγρος φρουρός, που είπε στους εκεί υπευθύνους του κόκκινου στρατού ότι δεν ήταν Γερμανός. Με τα πολλά επέστρεψε στην πόλη του το 1945, ταλαιπωρημένος και πάσχοντας από ελονοσία. Παρά το γεγονός αυτό, ξεκίνησε πάλι το ποδόσφαιρο και ακολούθησαν τα σπουδαιότερα χρόνια του στα γήπεδα.

Ανήκει στην 5άδα των παντοτινών επίτιμων αρχηγών της Εθνικής Γερμανίας μαζί με τους Ζέλερ, Μπεκενμπάουερ, Ματέους και την Μπετίνα Βίγκμαν (όσον αφορά στην Εθνική γυναικών).

Χανς Σέφερ (1956-1958 και 1962)

Και αυτός συνδέθηκε με μία και μόνο ομάδα. Ήταν και είναι το σύμβολο της Κολωνίας. Την υπηρέτησε από το 1948 έως το 1965 και πανηγύρισε 254 γκολ σε 394 παιχνίδια, καθώς και δύο πρωταθλήματα. Γεννήθηκε το 1927 και ζει ακόμα (αυτός και ο Χορστ Έκελ έχουν μείνει από την ομάδα του 1954). Έπαιξε σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα (1954, 1958 και 1962) σε μια διεθνή πορεία που ξεκίνησε το 1952 και ολοκληρώθηκε το 1962 (15 γκολ σε 39 συμμετοχές). Έπαιζε έξω αριστερά, θεωρείται ως ένας εκ των κορυφαίων επιθετικών του γερμανικού ποδοσφαίρου. Πρόκειται για τον γηραιότερο εν ζωή παγκόσμιο πρωταθλητή... (ο Έκελ γεννήθηκε το 1932).

Χέλμουτ Ραν (1958-1959)

Γνωστός ως «Der Boss». Έμεινε στην ιστορία γιατί έβαλε τα δύο τελευταία γκολ των Γερμανών στον τελικό του 1954 (3-2 την Ουγγαρία που είχε προηγηθεί 2-0 στο 8’) στη Βέρνη. Όσο μεγάλη δόξα είχε εκείνη η μεγάλη των Μαγυάρων σχολή (αήττητη σχεδόν για δύο χρόνια) την πήρε ο Χέλμουτ Ραν, χάρη στα δύο γκολ του και ειδικά το τρίτο της ανατροπής στα τελευταία λεπτά. Ήταν επιθετικός (έξω δεξιά) και συνολικά έβαλε 10 γκολ στα Μουντιάλ που συμμετείχε (τόσα έχει και ο Γάλλος Ζιστ Φοντέν και ο Ούγγρος Σάντος Κόκσις). Ηγετική φυσιογνωμία που συνοδευόταν από το προσωνύμιο «το κανόνι του Έσεν». Στη Ροτ Βάις Έσεν πέρασε τα πιο επιτυχημένα ποδοσφαιρικά του χρόνια (88 γκολ σε 201 αγώνες), ενώ έπαιξε και στις Κολωνία, Ενσέντε (ολλανδική αυτή) και Μεϊντερίχερ. Με την Έσεν πήρε ένα πρωτάθλημα και ένα Κύπελλο. Στην Εθνική έφτασε τα 21 γκολ σε 40 ματς από το 1951 έως το 1960. Πέθανε το 2003. Έμεινε γνωστός και για την εξυπνάδα και για το χιούμορ του. Και ταινία έχει γυριστεί για αυτόν...

Χέλμπερτ Έρχαρντ (1959-1962)

Από τους επιθετικούς στους αμυντικούς. Κεντρικός στόπερ ήταν ο Έρχαρντ και διακρινόταν για το δυναμισμό, τη σκληρότητα και τα ξεχωριστά σε δύναμη και αποτελεσματικότητα τάκλιν. Έπαιξε και αυτός σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα, αλλά το 1954 δεν είχε συμμετοχή στον τελικό. Ήταν διεθνής από το 1953 έως το 1962 (50 συμμετοχές, ένα γκολ). Σε συλλογικό επίπεδο έπαιξε 14 χρόνια στη Γκρόιτερ Φιορτ και δύο στη Μπάγερν Μονάχου. Γεννήθηκε το 1930.

Ούβε Ζέελερ (1962-1970)

Από τους δημοφιλείς ανθρώπους του αθλήματος διαχρονικά στη χώρα. Εκτελεστής ολκής. Έβαλε 404 γκολ (!) με το Αμβούργο (το δεξί του πόδι δεσπόζει έξω από τα γήπεδο σε μορφή τεράστιου αγάλματος) από το 1953 έως το 1972. Ήταν άτυχος γιατί χρίστηκε διεθνής αμέσως μετά το Μουντιάλ το 1954. Όμως εκπροσώποησε την πατρίδα του μέχρι το 1970 (43 γκολ σε 72 συμμετοχές). Συμμετείχε σε 4 Παγκόσμια Κύπελλα και πέτυχε τουλάχιστον δύο γκολ στο καθένα από αυτά. Το 1966 ήταν φιναλίστ στον τελικό της Αγγλίας και το 70’ κατέλαβε την τρίτη θέση. Ήταν πρώτος σκόρερ στη Μπουντεσλίγκα το 1964, ποδοσφαιριστής της χρονιάς στη Γερμανία το 1960, το 1964 και το 1970. Έχει κι άλλες διακρίσεις. Συμμετείχε ο ίδιος σε ταινία, διετέλεσε και πρόεδρος του Αμβούργου το 1995, αλλά μετά από δύο χρόνια παραιτήθηκε λόγω οικονομικού σκανδάλου. Ήταν πρωταθλητής μια φορά και Κυπελλούχος άλλη μία με τους «λιμανίσιους». Είναι ο δεύτερος Γερμανός σκόρερ (σε συλλογικό επίπεδο) πίσω από τον Γκερντ Μίλερ. Γεννήθηκε το 1936.

Βόλφγκανγκ Όβεραθ (1970-1972)

Και αυτός ήταν μεγάλη μορφή της Κολωνίας (287 γκολ σε 765 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις από το 1962 έως το 1977). Πρωταθλητής μαζί της μια φορά και Κυπελλούχος δύο. Μεγάλος επιθετικός χαφ με δεκάδες ή και εκατοντάδες ασίστ στο ενεργητικό του, χωρίς να υστερεί στην εκτέλεση. Ήταν διεθνής από το 1963 μέχρι το 1974 (17 γκολ σε 81 ματς). Αγωνίστηκε σε τρία Μουντιάλ και κατέλαβε και τις τρεις πρώτες θέσεις. Δεύτερος το 1966, τρίτος το 1970 και πρωταθλητής κόσμο του 1974. Την επαταετία 2004-2011 διετέλεσε πρόεδρος της Κολωνίας.

Φραντς Μπεκενμπάουερ (1972-1977)

franz-beckenbauer-germany-vs-netherlands-1974Μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του παγκοσμίου ποδοσφαίρου και όχι μόνο της Γερμανίας. Ο αρχοντικός αμυντικός, από τους κορυφαίους στην ιστορία του αθλήματος. Και τι δεν έχει κατακτήσει στην καριέρα του ως παίκτης. Τέσσερα γερμανικά πρωταθλήματα με τη Μπάγερν και ένα με το Αμβούργο, τέσσερις Κύπελλα με τους Βαυαρούς, τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων και ένα Διηπειρωτικό. Έχει στεφθεί πρωταθλητής τρεις φορές και στις ΗΠΑ με την Κόσμος της Νέας Υόρκης. Ως προπονητής πρώτευσε στη Γερμανία με τη Μπάγερν και με Μαρσέιγ στη Γαλλία. Με το σύλλογο του Μονάχου κέρδισε και ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ όντας στον πάγκο του. Έχει δύο «χρυσές μπάλες» και δεκάδες άλλες διακρίσεις.

Ας πάμε όμως στην Εθνική του. Το 1972 στέφθηκε πρωταθλητής Ευρώπης και το 1974 πρωταθλητής κόσμου στον τελικό με την Ολλανδία. Αυτός και ο Μάριο Ζαγκάλο είναι οι μοναδικοί που έχουν πανηγυρίσει τρόπαιο Μουντιάλ τόσο ως ποδοσφαιριστές όσο και ως προπονητές. Γιατί ως τεχνικός ο «Κάιζερ» τα κατάφερε και το 1990 με το αντιπροσωπευτικό του συγκρότημα. Ήταν διεθνής από το 1965 έως το 1977 με 103 συμμετοχές και 14 γκολ. Γεννήθηκε το 1945 στο Μόναχο και μικρός υποστήριζε τη Μόναχο 1860 και όχι τη Μπάγερν... Τωρα είναι επίτιμος πρόεδρος των Βαυαρών και τηλεσχολιαστής αγώνων.

Μπέρτι Φογκτς (1977-1978)

Κι άλλος αμυντικός στην παρέα των αρχηγών. «Σημαία» της Γκλάντμπαχ (419 παρουσίες και 32 γκολ από το 1965 έως το 1979) με 5 πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο και δύο Κύπελλα ΟΥΕΦΑ στο ενεργητικό του. Μαχητικός και αποτελεσματικός. Του πιστώνεται ότι περιόρισε τον Γιόχαν Κρόιφ στον τελικό του 1974. 96 φορές φόρεσε τη φανέλα της Δ. Γερμανίας από το 1967 μέχρι το 1978. Στο διάστημα αυτό ξεχώρισε σε μορφή διακρίσεων το EURO του 1972 και το Μουντιάλ του 1974. Ακολούθησε το επάγγελμα του προπονητή και οδήγησε τα «πάντσερ» στην κορυφή της Ευρώπης το 1996. Πλέον είναι βοηθός του Κλίνσμαν στην Εθνική των ΗΠΑ. Γεννήθηκε το 1946.

Σεπ Μάιερ (1978-1979)

Ο μόνιμος υπερασπιστής της εστίας της Εθνικής Γερμανίας από το 1966 έως το 1979 (95 συμμετοχές) και της Μπάγερν από το 1962 έως το 1980. Σε εθνικό επίπεδο πανηγύρισε ότι και οι δύο προαναφερθέντες. Σε συλλογικό μετράει 4 πρωταθλήματα με τη Μπάγερν, 4 Κύπελλα, 3 πρωταθλητριών, ένα Κυπελλούχων και ένα Διηπειρωτικό. Ανακηρύχθηκε τρεις φορές ποδοσφαιριστής της χρονιάς στη χώρα του. Είχε την ατυχία να είναι ο τερματοφύλακας που δέχτηκε το γκολ από τον Πανένκα στον τελικό του EURO 1976. Κρίθηκε στα πέναλτι υπέρ των Τσεχοσλοβάκων, με τον εν λόγω ποδοσφαιριστή να σκοράρει με τον τρόπο που συχνά αναφέρεται σήμερα «α λα Πανένκα». Γνωστός για το χιούμορ του και την υπερκινητικότητά του. Πού και πού βαριόταν κάτω από την εστία του ενώ η μπάλα ήταν στην αντίπαλη και έψαχνε τρόπους να ικανοποιήσει την ενέργειά του. Μια φορά κυνήγησε μια πάπια στο Ολυμπιακό Στάδιο του Βερολίνου εν ώρα αγώνα... Γεννήθηκε το 1944.

Μπερνάρντ Ντιτς (1979-1981)

Κι άλλος κεντρικός αμυντικός και λίμπερο με το περιβραχιόνιο. Εμφανίστηκε στην Εθνική το 1974 (μετά το Μουντιάλ) και αποχώρησε το 1981 με 53 ματς στο ενεργητικό του. Η μοίρα έμελλε να σηκώσει πρώτος το τρόπαιο του EURO το 1980. Σε συλλογικό επίπεδο φόρεσε για 12 χρόνια τη φανέλα της Ντούισμπουργκ (1970-1982) και για 5 αυτή της Σάλκε. «Ζέβρα» ήταν το προσωνύμιό του, εξαιτίας μιας μασότ στη Ντούισμπουργκ. Φτωχή σε τίτλους η συλλογική του πορεία, καθώς και αυτή του προπονητή αργότερα.

Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε (1981-1986)

Ακόμα ένας «υπεράνθρωπος» του γερμανικού ποδοσφαίρου. Σούπερ επιτυχημένος σε όλα, πάμπλουτος και βέβαια ενεργός, αφού κινεί ολόκληρο τον οργανισμό που λέγεται Μπάγερν από τη θέση του προέδρου του ΔΣ. Ως ποδοσφαιριστής συνδέθηκε επίσης με τους Βαυαρούς. Αγωνίστηκε στο Μόναχο από το 1974 έως το 1984 (162 γκολ σε 310 συμμετοχές), ακολούθως μετακινήθηκε στην Ίντερ (24 γκολ σε 64 παιχνίδια) και έκλεισε την καριέρα του στην ελβετική Σερβέτ (1987-1989 με 34 γκολ σε 50 ματς). Πρωταθλητής στη Μπουντεσλίγκα δύο φορές, Κυπελλούχος άλλες τόσες, ενώ δύο ήταν και τα Κύπελλα Πρωταθλητριών μαζί της. Προστίθεται ένα διηπειρωτικό και ένα εγχώριο Σούπερ Καπ. Πρώτος σκόρερ επανειλημμένως στη Μπουντεσλίγκα και με πολλές άλλες διακρίσεις.

Από το 1976 έως το 1986 ανήκε και στο δυναμικό των «πάντσερ» (45 γκολ σε 95 παιχνίδια) με κορυφαία στιγμή το EURO του 80’ και πιο δύσκολη το Μουντιάλ του 1986, όπου η Δ. Γερμανία έπεσε πάνω στο απόγειο του Μαραντόνα... Διακρινόταν για τις κινήσεις του, για τις ντρίμπλες του και διαφοροποιούταν από τον Μίλερ στο ότι του άρεσε να κινείται και εκτός περιοχής.

Χέραλντ Σουμάχερ (1986)

Ο τερματοφύλακας της Κολωνίας (1972-1987), Σάλκε, της Φενερμπαχτσέ, της Μπάγερν και της Ντόρτμουντ ήταν αρχηγός της Εθνικής Γερμανίας για 14 ματς μέσα στο 1986. Κατά τ’ άλλα είχε 76 παρουσίες κάτω από τα δοκάρια της ομάδας από το 1979 έως το 1986, διαδεχόμενος τον Μάιερ. Έμεινε στην ιστορία για τη σύγκρουσή του με τον Γάλλο Μπαιτιστόν (έμεινε αναίσθητος, πέφτοντας σε κώμα) κατά τη διάρκεια του ημιτελικού του Μουντιάλ του 1982 με τους «τρικολόρ» του Μισέλ Πλατινί. Ο Σουμάχερ ήταν πρωταθλητής στη Μπουντεσλίγκα μια φορά με την Κολωνία και άλλη μία με τη Ντόρτμουντ, ενώ πρώτευσε και στην Τουρκία. Με την Εθνική του ήταν μέλος της ομάδας που κατέκτησε το EURO το 1980 και φιναλίστ στους τελικούς του 1982 και του 1986.

Κλάους Άλοφς (1986-1987)

Τον διαβάζουμε όλα τα καλοκαίρια σε δεκάδες μεταγραφικά σενάρια ενεργώντας είτε ως τεχνικός διευθυντής της Βέρντερ Βρέμης είτε πλέον της Βόλφσμπουργκ. Έκανε πολύ μεγάλη καριέρα ως επιθετικός στις Φορτούνα Ντίσελντορφ, Κολωνία, Μαρσέιγ, Μπορντό και Βέρντερ. Ήταν διεθνής από το 1978 έως το 1988 (17 γκολ σε 56 ματς). Στα χρόνια αυτά η Γερμανία πήρε το EURO (1980) με τον ίδιο να είναι πρώτος σκόρερ του τουρνουά. Σε συλλογικό επίπεδο στέφθηκε Κυπελλούχος δύο φορές με το Ντίσελντορφ, με το οποίο έφτασε το 1979 και στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Κύπελλο πήρε και με την Κολωνία (μαζί της και στον τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 1986). Πρωτάθλημα του χάρισε η Μαρσέιγ (και Κύπελλο) και η Βέρντερ Βρέμης (αυτή και γερμανικό Κύπελλο και Κύπελλο Κυπελλούχων).

Λόθαρ Ματέους (1988-1994)

matthausΟ λόγος για τον άσο με τις περισσότερες συμμετοχές στην Εθνική Γερμανίας (150 με 23 γκολ). Αγωνίστηκε και στη μεσαία γραμμή και ως λίμπερο. Τεράστια προσωπικότητα που φαινόταν έντονα στον αγωνιστικό χώρο, έχοντας και άριστη τεχνική κατάρτιση. Υπόδειγμα ολοκληρωμένου ποδοσφαιριστή για την εποχή. Έκανε τα πάντα στο γήπεδο.

Ήταν πρωταθλητής κόσμου το 1990 και φιναλίστ το 1982 και το 1986 με την Εθνική του. Αγωνίστηκε και στις διοργανώσεις του 1994 και του 1998 (ο μοναδικός στον κόσμο με συμμετοχή σε 5 Μουντιάλ), καθώς και σε τέσσερα EURO (1980 – πρώτος, 1984, 1988 και 2000). Πρόκειται για τον πρώτο αρχηγό της ενωμένης Γερμανίας.

Σπουδαία η καριέρα του σε Γκλάντμπαχ, Μπάγερν (7 πρωταθλήματα, 3 Κύπελλα, ένα εγχώριο Σούπερ Καπ, ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, 3 Λιγκ Καπ), Ίντερ (ένα πρωτάθλημα και ένα ΟΥΕΦΑ), ενώ έπαιξε και στις ΗΠΑ για λογαριασμό της Μέτρο Σταρς. Κατέχει τη χρυσή μπάλα του 1990 και πάρα πολλές άλλες διακρίσεις. Ως προπονητής πάντως προσπάθησε, αλλά δεν είχε το ίδιο άστρο...

Γιούργκεν Κλίνσμαν (1994-1998)

Τον θυμόμαστε όλοι ακόμα πιο έντονα. Φορ με φοβερή εκτελεστική δεινότητα. Έπαιξε σε όλες τα κλιμάκια της Εθνικής του και στην ανδρών έβαλε 40 γκολ σε 82 αγώνες από το 1990 έως το 1998. Στο διάστημα αυτό πανηγύρισε το Μουντιάλ του ’90, το EURO το 1996 και ήταν φιναλίστ στο ευρωπαϊκό του 1992.

Στην σε συλλογικό επίπεδο καριέρα του πέτυχε 232 γκολ σε 514 αγώνες με τη φανέλα των Κίκερς Στουτγκάρδης, Στουτγκάρδη, Ίντερ, Μονακό, Τότεναμ, Μπάγερν, Σαμπντόρια και Όραντς Κάουντι Μπλου Σταρ (ομάδα κάπου στην Καλιφόρνια). Πήρε Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με την Ίντερ και τη Μπάγερν, με τους Βαυαρούς και πρωτάθλημα. Πλέον είναι προπονητής στις ΗΠΑ και τα πηγαίνει μια χαρά. Ήταν προπονητής και στην Εθνική Γερμανίας το 2006 (τρίτη θέση).

Όλιβερ Μπίερχοφ (1998-2001)

Από τους καλούς επιθετικούς που εμφανίστηκαν σε μια περίοδο που το γερμανικό ποδόσφαιρο περνούσε κρίση και τότε είχε παρθεί η απόφαση να αξιοποιηθούν ως Γερμανοί τα παιδιά των μεταναστών.

Ο Μπίερχοφ αγωνίστηκε σε 70 αναμετρήσεις, σημειώνοντας 37 γκολ. Ήταν στην ομάδα από το 1996 (χρονιά που κατέκτησε το EURO) και έμεινε μέχρι το 2002 (φιναλίστ στο Μουντιάλ). Η προσωπική του πορεία γράφει ένα πρωτάθλημα με τη Μίλαν (1999) και σκόρπιες εμφανίσεις στις Μπάγερε Ίρντιγκεν, Αμβούργο, Γκλάντμπαχ, Σάλτσμπουργκ, Άσκολι, Ουντινέζε, Μίλαν, Μονακό και ... Κιέβο Βερόνα.

Όλιβερ Καν (2001-2004)

Από τις μεγάλες μορφές του σύγχρονου γερμανικού ποδοσφαίρου και με διάθεση να μένει πιστος σε μια ή δύο ομάδες. Διεθνής από το 1995 έως το 2006. Ήταν αναπληρωματικός στο EURO 1996 και βασικός στη συνέχεια. Δεν ευτύχησε να στεφθεί παγκόσμιος πρωταθλητής (ήττα από τη Βραζιλία στον τελικό του 2002 και περίεργη πορεία στο Μουντιάλ του 2006), ωστόσο δέσποζε επιβλητικά με τη μορφή του κάτω από την εστία. 86 συμμετοχές.

Συλλογικά διακρίθηκε στην Καρλσρούη και τη Μπάγερν, με την οποία κατέκτησε 8 πρωταθλήματα, 6 Κύπελλα, 6 Λιγκ Καπ, ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ και ένα διηπειρωτικό. Για μια περίοδο τον θεωρούσαν ως τον κορυφαίο τερματοφύλακα του κόσμου. Αντιμετώπισε προβλήματα με την όρασή του λίγο πριν τη δύση της πορείας του. Είχε ρίζες από τη Λετονία (λόγω του πατέρα του). «Τιτάνας» το προσωνύμιο του.

Μάικλ Μπάλακ (2004-2010)

Ποτέ δεν... γέμισε το μάτι των ποδοσφαιρόφιλων, ωστόσο ήταν αποδεκτός για την ποιότητά του, χωρίς να θεωρείται ως κάτι το πολύ ξεχωριστό. Εκπροσώπησε 98 φορές την πατρίδα του από το 1999 έως το 2010 και λίγο πριν τελειώσει η διεθνής του παρουσία ήταν παροιμιώδεις οι τσακωμοί του με τον Φίλιπ Λαμ για το περιβραχιόνιο. Στα χρόνια του οι Γερμανοί δεν κατέκτησαν κανέναν τίτλο και ο ίδιος ήταν άτυχος, καθώς δεν αγωνίστηκε στον τελικό του 2002, ενώ το 2008 (τελικός EURO) οι Ισπανοί ήταν ανώτεροι κι ας κέρδισαν στις λεπτομέρειες.

Πλούσια η πορεία του τεχνικότατου επιθετικού χαφ σε συλλογικό επίπεδο. Μετρά πρωτάθλημα με την Καϊζερσλάουτερν, τη Λεβερκούζεν (2) και τη Μπάγερν (3) και διάφορους τίτλους με την Τσέλσι (3 Κύπελλα, ένα Λιγκ Καπ).

Φίλιπ Λαμ (2010-2014) – Μπάστιαν Σβαϊνστάιγκερ (2014-2016)

Τους βαζουμε μαζί γιατί το ταξίδι τους στο άθλημα είναι παρόμοιο. Ο Λαμ, αρχηγός της Μπάγερν και φίλος του «Σβάινι» από τα τμήματα υποδομής του συλλόγου του Μονάχου, ευτύχησε να σηκώσει πρώτος το τρόπαιο του Μουντιάλ στα γήπεδα της Βραζιλίας. Αγωνίζεται μόνο στους Βαυαρούς σε όλη τη ζωή του και συνεχίζει να γράφει ιστορία. Ο Σβαϊνστάιγκερ ύστερα από 17 χρόνια στην Αρένα της βαυαρικής πρωτεύουσας κρίθηκε (από τον Γκουαρντιόλα) σκόπιμο να αποχωρήσει. Πήγε στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, αντιμετώπισε προβλήματα τραυματισμών και παραμένει ακόμα. Η «δική» του Γερμανία αποκλείστηκε από τον τελικό του EURO της Γαλλίας. Και οι δύο άσοι εκπροσώπησαν το εθνόσημό τους από το 2004, με τον πρώτο να σταματά προ διετίας.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΖΙΜΟΥΡΤΟΣ

Μοιραστείτε το: